Πλέκω στα σουηδικά
Μετάφραση: πλέκω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fläta, sticka, virka, virkas, virkad, crochet, virkning
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλέκω
πλέκω με βελόνες, πλέκω κασκόλ, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω λουλούδια, πλέκω με βελονάκι, πλέκω λεξικό γλώσσας σουηδικά, πλέκω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πλάτος στα σουηδικά - amplitud, vidd, bredd, bredden
- πλέγμα στα σουηδικά - maska, galler, rutnät, nätet, gallret, rutnätet
- πλένω στα σουηδικά - tvätta, tvätt, disk
- πλέον στα σουηδικά - mest, de, de flesta, största, flesta
Τυχαίες λέξεις
Πλέκω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fläta, sticka, virka, virkas, virkad, crochet, virkning
Μεταφράσεις: fläta, sticka, virka, virkas, virkad, crochet, virkning