Πλέκω στα τούρκικα
Μετάφραση: πλέκω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tığ işi, Crochet, tığ, kroşe, dantel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλέκω
πλέκω με βελόνες, πλέκω κασκόλ, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω λουλούδια, πλέκω με βελονάκι, πλέκω λεξικό γλώσσας τούρκικα, πλέκω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πλάτος στα τούρκικα - genişlik, genişliği, width, eni, genişliğini
- πλέγμα στα τούρκικα - şebeke, kafes, ağ, ızgara, grid, kılavuz, Izgara
- πλένω στα τούρκικα - yıkama, çamaşır, yıkamak, yikama, yıkayın
- πλέον στα τούρκικα - daha, en, çoğu, en çok, çok, var En
Τυχαίες λέξεις
Πλέκω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tığ işi, Crochet, tığ, kroşe, dantel
Μεταφράσεις: tığ işi, Crochet, tığ, kroşe, dantel