Πρόσφορος στα ουγγρικά
Μετάφραση: πρόσφορος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kényelmes, kényelmi, ideális, kényelmesebb, kényelmesen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφορος
πρόσφορος στα αγγλικα, πρόσφορος αγγλικα, πρόσφορος ορισμός, πρόσφορος συνώνυμο, πρόσφορος λεξικο, πρόσφορος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πρόσφορος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πρόσφατα στα ουγγρικά - újonnan, legutóbb, nemrégiben, minap, nemrég, közelmúltban, a közelmúltban, ...
- πρόσφατος στα ουγγρικά - modern, új, elmúlt, utóbbi, legutóbbi, közelmúltban
- πρόσφυγας στα ουγγρικά - menekült, menekültek, menekültstátusz, menekültügyi, menekültként
- πρόσφυμα στα ουγγρικά - toldalék, járulék, képző, utótag, utótagot, suffix, utótaggal
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφορος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: kényelmes, kényelmi, ideális, kényelmesebb, kényelmesen
Μεταφράσεις: kényelmes, kényelmi, ideális, kényelmesebb, kényelmesen