Πρόσφορος στα σουηδικά

Μετάφραση: πρόσφορος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lämplig, läglig, bekvämt, bekväm, praktiskt, bekväma, bekvämt till
Πρόσφορος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφορος

πρόσφορος στα αγγλικα, πρόσφορος αγγλικα, πρόσφορος ορισμός, πρόσφορος συνώνυμο, πρόσφορος λεξικο, πρόσφορος λεξικό γλώσσας σουηδικά, πρόσφορος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • πρόσφατα στα σουηδικά - nyligen, Recently, senare tid, som nyligen, en tid
  • πρόσφατος στα σουηδικά - nyligen, senaste, senaste tidens, senare, Nybyggt
  • πρόσφυγας στα σουηδικά - flykting, flyktingar, av flykting, flyktingstatus
  • πρόσφυμα στα σουηδικά - suffixet, suffix, ändelsen, ändelse
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφορος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lämplig, läglig, bekvämt, bekväm, praktiskt, bekväma, bekvämt till