Πρόσφορος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πρόσφορος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφορος
πρόσφορος στα αγγλικα, πρόσφορος αγγλικα, πρόσφορος ορισμός, πρόσφορος συνώνυμο, πρόσφορος λεξικο, πρόσφορος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πρόσφορος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πρόσφατα στα σλαβομακεδονικά - неодамна, неодамна се, од неодамна, последно, неодамна го
- πρόσφατος στα σλαβομακεδονικά - последните, неодамнешното, последниве, неодамнешната, неодамнешните
- πρόσφυγας στα σλαβομακεδονικά - бегалци, бегалец, бегалски, бегалците, бегалските
- πρόσφυμα στα σλαβομακεδονικά - суфикс, суфиксот, наставка, наставката, на суфиксот
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφορος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни
Μεταφράσεις: удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни