Αδερφή στα ουκρανικά

Μετάφραση: αδερφή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
королеви, сестра, сестро
Αδερφή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφή

αδερφή του σολωμού σολωμού, αδερφη ή αδελφη, αδερφή ονειροκρίτης, αδερφή της φαίης, αδερφή του μέγα αλέξανδρου, αδερφή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αδερφή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αδελφή στα ουκρανικά - сестра, сестро
  • αδελφός στα ουκρανικά - пане-брате, друже-брате, побратим, колега, земляк, брат, брате, ...
  • αδερφικός στα ουκρανικά - братерський, по, за, з, щодо, на
  • αδερφός στα ουκρανικά - земляк, колега, друже-брате, пане-брате, побратим, брат, брате, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδερφή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: королеви, сестра, сестро