Αδερφή στα σουηδικά
Μετάφραση: αδερφή, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
egendomlig, besynnerlig, sällsam, bisarr, egen, udda, konstig, syster, systern, systers
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδερφή
αδερφή του σολωμού σολωμού, αδερφη ή αδελφη, αδερφή ονειροκρίτης, αδερφή της φαίης, αδερφή του μέγα αλέξανδρου, αδερφή λεξικό γλώσσας σουηδικά, αδερφή στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αδελφή στα σουηδικά - syster, systern, systers
- αδελφός στα σουηδικά - bror, broder, brodern, brors
- αδερφικός στα σουηδικά - broder, broderlig, broderliga, broderligt, broders
- αδερφός στα σουηδικά - bror, broder, brodern, brors
Τυχαίες λέξεις
Αδερφή στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: egendomlig, besynnerlig, sällsam, bisarr, egen, udda, konstig, syster, systern, systers
Μεταφράσεις: egendomlig, besynnerlig, sällsam, bisarr, egen, udda, konstig, syster, systern, systers