Δικτυωτό στα πολωνικά
Μετάφραση: δικτυωτό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szpaler, krata, kratownica, kraty, lattice, kratowe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικτυωτό
δικτυωτό λεξικό γλώσσας πολωνικά, δικτυωτό στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- δικτάτορας στα πολωνικά - dyktator, dyktatorem, dyktatora, dictator
- δικτατορία στα πολωνικά - dyktatorstwo, autorytatywność, dyktatura, dyktatury, dyktaturą, dyktaturę, dyktaturze
- διμερής στα πολωνικά - obustronny, bilateralny, dwustronny, dwustronnych, dwustronne
- διμοιρία στα πολωνικά - pluton, plutonu, platoon
Τυχαίες λέξεις
Δικτυωτό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szpaler, krata, kratownica, kraty, lattice, kratowe
Μεταφράσεις: szpaler, krata, kratownica, kraty, lattice, kratowe