Δικτυωτό στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: δικτυωτό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
решетки, решетка, хелиум, решеткасти, решеткаста
Δικτυωτό στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δικτυωτό

δικτυωτό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δικτυωτό στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • δικτάτορας στα σλαβομακεδονικά - диктатор, диктаторот
  • δικτατορία στα σλαβομακεδονικά - диктатура, диктатурата, диктаторство, диктаторството, диктатурата на
  • διμερής στα σλαβομακεδονικά - билатералната, билатерални, билатерален, билатерална, билатералните
  • διμοιρία στα σλαβομακεδονικά - вод, водот, вод на, вод за, на вод
Τυχαίες λέξεις
Δικτυωτό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: решетки, решетка, хелиум, решеткасти, решеткаста