Μέλος στα τούρκικα
Μετάφραση: μέλος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
üye, penis, uzuv, organ, kamış, üyesi, Member, üyesidir, elemanı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέλος
μέλος δεπ, μέλος τεε, μέλος φάντασμα, μέλος εφορευτικής επιτροπής εκλογών 2014, μέλοσ τησ χρυσήσ αυγήσ, μέλος λεξικό γλώσσας τούρκικα, μέλος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μέθοδος στα τούρκικα - yöntem, yöntemi, metodu, metot
- μέλι στα τούρκικα - bal, sevgili, tatlım, balı, honey, tatlým
- μέμφομαι στα τούρκικα - sitem, suçlama, kınama, suçlamak, ayıplamak
- μέμψη στα τούρκικα - Semerkhet
Τυχαίες λέξεις
Μέλος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: üye, penis, uzuv, organ, kamış, üyesi, Member, üyesidir, elemanı
Μεταφράσεις: üye, penis, uzuv, organ, kamış, üyesi, Member, üyesidir, elemanı