Αναβλύζω στα ρουμανικά

Μετάφραση: αναβλύζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bun, puţ, șuvoi, torent, țâșni, jet, izbucni
Αναβλύζω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβλύζω

αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω αοριστος, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αναβλύζω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • αναβαθμίζω στα ρουμανικά - actualizare, de upgrade, upgrade de, de actualizare, modernizare
  • αναβιώνω στα ρουμανικά - reînvia, revigora, reînvie, a revigora, reinvie
  • αναβολή στα ρουμανικά - amânare, amânarea, amânării, de amânare, amanarea
  • αναβοσβήνω στα ρουμανικά - clipi din ochi, clipi, clipească, clipesc, lumina intermitent
Τυχαίες λέξεις
Αναβλύζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: bun, puţ, șuvoi, torent, țâșni, jet, izbucni