Αποκόλληση στα ρουμανικά
Μετάφραση: αποκόλληση, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
despărţire, întrerupere, abruption, desprinderea, desprinderii, abruptio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποκόλληση
αποκόλληση υαλοειδούς θεραπεια, αποκόλληση νυχιου, αποκόλληση υμένα, αποκόλληση αμφιβληστροειδούς αιτια, αποκόλληση πλακούντα αιτίες, αποκόλληση λεξικό γλώσσας ρουμανικά, αποκόλληση στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- αποκτώ στα ρουμανικά - susţine, captura, obține, primi, a obține, ajunge, lua
- αποκόβω στα ρουμανικά - purta, elimina, taie, tăiate, tăiat, decupate
- απολίθωμα στα ρουμανικά - fosilă, fosil, fosili, fosile, fosilelor
- απολαβές στα ρουμανικά - beneficiu, salariu, câștig, câștigurile, venituri, câștiguri, veniturile
Τυχαίες λέξεις
Αποκόλληση στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: despărţire, întrerupere, abruption, desprinderea, desprinderii, abruptio
Μεταφράσεις: despărţire, întrerupere, abruption, desprinderea, desprinderii, abruptio