Επόπτης στα ρουμανικά
Μετάφραση: επόπτης, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
inspector, supraveghetor, supervizor, de supervizor, supraveghetorul, supervizorul
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επόπτης
επόπτης δημόσιας υγείας, επόπτης ασφαλείας πισίνας, επόπτης εργασίας καρδίτσα, επόπτης ασφαλείας, επόπτησ καθαριότητασ, επόπτης λεξικό γλώσσας ρουμανικά, επόπτης στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- επωφελούμαι στα ρουμανικά - eu iau, iau, să iau, sa iau
- επόμενος στα ρουμανικά - următor, următorul, următoare, lângă, viitor
- επώαση στα ρουμανικά - incubație, incubare, de incubare, de incubație, incubarea
- ερασιτέχνης στα ρουμανικά - amator, amatori, de amatori, amator și
Τυχαίες λέξεις
Επόπτης στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: inspector, supraveghetor, supervizor, de supervizor, supraveghetorul, supervizorul
Μεταφράσεις: inspector, supraveghetor, supervizor, de supervizor, supraveghetorul, supervizorul