Εργαλείο στα ρουμανικά
Μετάφραση: εργαλείο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
instrument, instrument de, unealtă, instrumente, instrumentul
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργαλείο
εργαλείο για τρύπες σε δέρμα, εργαλείο αφαίρεσης κακόβουλου λογισμικού από το facebook, εργαλείο αποκομμάτων windows 7, εργαλείο για πουρέ, εργαλείο διαγνωστικής διερεύνησης δυσκολιών στο γραπτό λόγο των μαθητών γ' – στ' δημοτικού, εργαλείο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, εργαλείο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- εργάτης στα ρουμανικά - lucrător, muncitor, lucrătorilor, asistent, lucrătorul
- εργαζόμενος στα ρουμανικά - de lucru, lucru, lucrează, lucreze, să lucreze
- εργασία στα ρουμανικά - lucra, muncă, lucru, operă, de lucru, de muncă, locul de muncă
- εργαστήριο στα ρουμανικά - laborator, de laborator, laboratorul, laborator de, laboratorului
Τυχαίες λέξεις
Εργαλείο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: instrument, instrument de, unealtă, instrumente, instrumentul
Μεταφράσεις: instrument, instrument de, unealtă, instrumente, instrumentul