Ευερέθιστος στα ρουμανικά
Μετάφραση: ευερέθιστος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
excitabil, excitabile, agitat, nervos, excitabila
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευερέθιστος
ευερέθιστος συνώνυμο, ευερέθιστος τι σημαινει, ευερέθιστος λεξικο, ευερέθιστος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ευερέθιστος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ευελπιστώ στα ρουμανικά - spera, speranţă, speranță, sperăm, sper, speranța
- ευεπηρέαστος στα ρουμανικά - sensibil, pasibil, simțitor, pasibilă, capabil să sufere
- ευεργετικός στα ρουμανικά - benefic, benefică, benefice, benefica, beneficiarul
- ευημερία στα ρουμανικά - prosperitate, prosperitatea, prosperității, a prosperității, de prosperitate
Τυχαίες λέξεις
Ευερέθιστος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: excitabil, excitabile, agitat, nervos, excitabila
Μεταφράσεις: excitabil, excitabile, agitat, nervos, excitabila