Ευερέθιστος στα τούρκικα
Μετάφραση: ευερέθιστος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alıngan, heyecanlı, uyarılabilir, telaşlı, uyarılabilen, excitable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευερέθιστος
ευερέθιστος συνώνυμο, ευερέθιστος τι σημαινει, ευερέθιστος λεξικο, ευερέθιστος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ευερέθιστος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ευελπιστώ στα τούρκικα - ummak, umut, umuyoruz, umuyorum, umarım, istiyoruz
- ευεπηρέαστος στα τούρκικα - duygulu, passible
- ευεργετικός στα τούρκικα - faydalı, yararlı, faydalıdır, olumlu, yararlıdır
- ευημερία στα τούρκικα - refah, refahı, refahın, zenginlik, refahının
Τυχαίες λέξεις
Ευερέθιστος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: alıngan, heyecanlı, uyarılabilir, telaşlı, uyarılabilen, excitable
Μεταφράσεις: alıngan, heyecanlı, uyarılabilir, telaşlı, uyarılabilen, excitable