Ευερέθιστος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ευερέθιστος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
возбудени, excitable
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευερέθιστος
ευερέθιστος συνώνυμο, ευερέθιστος τι σημαινει, ευερέθιστος λεξικο, ευερέθιστος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ευερέθιστος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ευελπιστώ στα σλαβομακεδονικά - се надевам, надевам, се надеваме, надевам дека, надеваме
- ευεπηρέαστος στα σλαβομακεδονικά - passible
- ευεργετικός στα σλαβομακεδονικά - корисни, корисна, корист, корисно, корисен
- ευημερία στα σλαβομακεδονικά - просперитет, просперитетот, благосостојба, благосостојбата, напредок
Τυχαίες λέξεις
Ευερέθιστος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: возбудени, excitable
Μεταφράσεις: возбудени, excitable