Καθορισμένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: καθορισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fâşie, mulţime, apus, fix, fixă, fixe, fixa, fixat
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθορισμένος
καθορισμένος συνώνυμο, καθορισμένος συνώνυμα, καθορισμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, καθορισμένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- καθομιλούμενος στα ρουμανικά - jargon, de conversație, conversație, conversațional, conversational, conversațională
- καθορίζω στα ρουμανικά - defini, definească, definesc, a defini, definiți
- καθοριστικός στα ρουμανικά - decisiv, determinant, factor determinant, determinantă, factor, determinante
- καθρέφτης στα ρουμανικά - oglindă, Mirror, Oglinda, Oglinzi, în oglindă
Τυχαίες λέξεις
Καθορισμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fâşie, mulţime, apus, fix, fixă, fixe, fixa, fixat
Μεταφράσεις: fâşie, mulţime, apus, fix, fixă, fixe, fixa, fixat