Καθορισμένος στα σλοβενικά

Μετάφραση: καθορισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
statutární, fiksna, fiksni, fiksno, fiksne, fiksen
Καθορισμένος στα σλοβενικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθορισμένος

καθορισμένος συνώνυμο, καθορισμένος συνώνυμα, καθορισμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, καθορισμένος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • καθομιλούμενος στα σλοβενικά - žargon, Pogovori, pogovorne, pogovorni, konverzacijski, Pogovorno
  • καθορίζω στα σλοβενικά - ugotoviti, ustanovit, uvést, opredeliti, opredeli, opredelijo, opredeljujejo, ...
  • καθοριστικός στα σλοβενικά - determinanta, determinanto, dejavnik, odločilni, odločilno
  • καθρέφτης στα σλοβενικά - zrcalo, ogledalo, Mirror, ogledala, zrcalnem
Τυχαίες λέξεις
Καθορισμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: statutární, fiksna, fiksni, fiksno, fiksne, fiksen