Καθορισμένος στα τούρκικα
Μετάφραση: καθορισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
takım, koymak, sabit, sabit bir, değişmez
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθορισμένος
καθορισμένος συνώνυμο, καθορισμένος συνώνυμα, καθορισμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθορισμένος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καθομιλούμενος στα τούρκικα - konuşkan, konuşma, sohbet, konuşmaya, etkileşimli
- καθορίζω στα τούρκικα - kararlaştırmak, belirlemek, tanımlamak, tanımlayabilirsiniz, tanımlar, tanımlayan, tanımlayabilir
- καθοριστικός στα τούρκικα - kesin, determinant, belirleyici, belirleyicisi, belirleyicisidir, bir belirleyici
- καθρέφτης στα τούρκικα - ayna, Mirror, aynası, Aynalı, aynalar
Τυχαίες λέξεις
Καθορισμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: takım, koymak, sabit, sabit bir, değişmez
Μεταφράσεις: takım, koymak, sabit, sabit bir, değişmez