Κονδύλωμα στα ρουμανικά
Μετάφραση: κονδύλωμα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
neg, wart, negilor, veruci, condiloamelor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κονδύλωμα
κονδύλωμα πέους, κονδύλωμα hpv, κονδύλωμα πρωκτού, κονδύλωμα στον τραχηλο, κονδύλωμα wiki, κονδύλωμα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κονδύλωμα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κομψός στα ρουμανικά - elegant, ic, elegantă, eleganta, elegante
- κομψότητα στα ρουμανικά - eleganță, eleganta, eleganța, elegantei, eleganței
- κονιάκ στα ρουμανικά - rachiu, coniac, Cognac, coniacul, de coniac, divinuri
- κονκάρδα στα ρουμανικά - insignă, cocardă, cocarda
Τυχαίες λέξεις
Κονδύλωμα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: neg, wart, negilor, veruci, condiloamelor
Μεταφράσεις: neg, wart, negilor, veruci, condiloamelor