Κονδύλωμα στα σουηδικά
Μετάφραση: κονδύλωμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vårta, vårtan, wart, vårtor, vårt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κονδύλωμα
κονδύλωμα πέους, κονδύλωμα hpv, κονδύλωμα πρωκτού, κονδύλωμα στον τραχηλο, κονδύλωμα wiki, κονδύλωμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, κονδύλωμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κομψός στα σουηδικά - sirlig, elegant, stilig, eleganta, elegantt
- κομψότητα στα σουηδικά - elegans, elegansen, elegant, eleganta
- κονιάκ στα σουηδικά - brännvin, konjak, cognac, konjaks, konjaken, cognacs
- κονκάρδα στα σουηδικά - rosett, kokard, cockade, cockaden, kokarden
Τυχαίες λέξεις
Κονδύλωμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: vårta, vårtan, wart, vårtor, vårt
Μεταφράσεις: vårta, vårtan, wart, vårtor, vårt