Κότερο στα ρωσικά
Μετάφραση: κότερο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
якутка, яхта, шлюп, шлюпа, катер, шлюпка, шлюпе
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κότερο
κότερο therapin, κότερο «ηλιάτορας», καμμένος κότερο, κότερο αγορα, κότερο λαζόπουλοσ, κότερο λεξικό γλώσσας ρωσικά, κότερο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κόστος στα ρωσικά - цена, стоимость, пробовать, отведывать, обойтись, обходиться, себестоимость, ...
- κότα στα ρωσικά - хохлатка, тетерка, куропатка, курица, женщина, кура, курицы, ...
- κότσος στα ρωσικά - узел, булка, булочка, пучок, плюшка, пышка, булочки, ...
- κότσυφας στα ρωσικά - дрозд, Черный дрозд, Blackbird, Блэкберд, дрозда
Τυχαίες λέξεις
Κότερο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: якутка, яхта, шлюп, шлюпа, катер, шлюпка, шлюпе
Μεταφράσεις: якутка, яхта, шлюп, шлюпа, катер, шлюпка, шлюпе