Κότερο στα σουηδικά
Μετάφραση: κότερο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jakt, slup, Sloop, slupen, Slup-, Sloopen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κότερο
κότερο therapin, κότερο «ηλιάτορας», καμμένος κότερο, κότερο αγορα, κότερο λαζόπουλοσ, κότερο λεξικό γλώσσας σουηδικά, κότερο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κόστος στα σουηδικά - kosta, kostnad, pris, kostnaden, kostnads, kostnaderna
- κότα στα σουηδικά - höna, hen, hönan, höns, hona
- κότσος στα σουηδικά - bulle, bun, bulle på, bullen, knut
- κότσυφας στα σουηδικά - koltrast, Blackbird, koltrasten, koltrast som, blackbirden
Τυχαίες λέξεις
Κότερο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: jakt, slup, Sloop, slupen, Slup-, Sloopen
Μεταφράσεις: jakt, slup, Sloop, slupen, Slup-, Sloopen