Ενεργός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ενεργός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
активен, активни, активна, активно, активните
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενεργός
ενεργός γήρανση, ενεργός τιμή τάσης, ενεργός πολίτης, ενεργός πολίτης ορισμός, ενεργός τάση, ενεργός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ενεργός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ενεργοποίηση στα σλαβομακεδονικά - активирање, активација, за активирање, активирањето, активирање на
- ενεργοποιώ στα σλαβομακεδονικά - стимулирам, енергизираат, енергизира, активира, да стимулирам
- ενημέρωση στα σλαβομακεδονικά - ажурирање, ажурирање на, надградба, ажурирањето, осовременување
- ενθάρρυνση στα σλαβομακεδονικά - охрабрување, поттикнување, поттик, поттикнувањето, охрабрувањето
Τυχαίες λέξεις
Ενεργός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: активен, активни, активна, активно, активните
Μεταφράσεις: активен, активни, активна, активно, активните