Ενεργός στα σουηδικά

Μετάφραση: ενεργός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
aktiv, verksam, aktiva, aktivt, verksamma, verksamt
Ενεργός στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενεργός

ενεργός γήρανση, ενεργός τιμή τάσης, ενεργός πολίτης, ενεργός πολίτης ορισμός, ενεργός τάση, ενεργός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ενεργός στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ενεργοποίηση στα σουηδικά - aktivering, aktiverings, aktiveringen, aktiveras
  • ενεργοποιώ στα σουηδικά - aktivera, energize, energi, vitalisera, mata
  • ενημέρωση στα σουηδικά - uppdatering, uppdateringen, uppdatera, uppdateras, uppdateringar
  • ενθάρρυνση στα σουηδικά - uppmuntran, uppmuntra, främjande, uppmuntrande, uppmuntras
Τυχαίες λέξεις
Ενεργός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: aktiv, verksam, aktiva, aktivt, verksamma, verksamt