Οικειοποιούμαι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: οικειοποιούμαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
oikeiopoioumai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οικειοποιούμαι
οικειοποιούμαι αντωνυμα, οικειοποιούμαι συνώνυμο, οικειοποιούμαι στα αγγλικα, οικειοποιούμαι συνωνυμα, οικειοποιούμαι αντωνυμο, οικειοποιούμαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οικειοποιούμαι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- οθόνη στα σλαβομακεδονικά - екран, екранот, на екранот, екран на, екранот за
- οικείος στα σλαβομακεδονικά - запознаени, познат, познати, запознаен, познато
- οικειότητα στα σλαβομακεδονικά - интимност, интимноста, интима, блискост
- οικιακός στα σλαβομακεδονικά - апарати за домаќинство, домаќинство, за домаќинство, домаќинствата, домаќинството
Τυχαίες λέξεις
Οικειοποιούμαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: oikeiopoioumai
Μεταφράσεις: oikeiopoioumai