Αλέθω στα σουηδικά

Μετάφραση: αλέθω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kvarn, fabrik, mala, slipa, grind, plugghäst, malnings
Αλέθω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλέθω

αλέθω in english, αλέθω στα αγγλικα, αλέθω παρατατικος, αλέθω σιτάρι, αλέθω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αλέθω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αλάνθαστος στα σουηδικά - ofelbar, ofelbara, ofelbart, är ofelbar, osviklig
  • αλάτι στα σουηδικά - salta, salt, saltet
  • αλέτρι στα σουηδικά - plog, plöja, plogen
  • αλήθεια στα σουηδικά - sanning, sannerligen, faktiskt, verkligen, sanningen, först, sannings, ...
Τυχαίες λέξεις
Αλέθω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kvarn, fabrik, mala, slipa, grind, plugghäst, malnings