Αλέθω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αλέθω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
млын, працаваць, малоць, мянціць
Αλέθω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλέθω

αλέθω in english, αλέθω στα αγγλικα, αλέθω παρατατικος, αλέθω σιτάρι, αλέθω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αλέθω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αλάνθαστος στα λευκορωσικά - бясхібны, бясхібным, бездакорны, бязгрэшны
  • αλάτι στα λευκορωσικά - соль
  • αλέτρι στα λευκορωσικά - араць, плуг
  • αλήθεια στα λευκορωσικά - праўда, правда, ці праўда
Τυχαίες λέξεις
Αλέθω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: млын, працаваць, малоць, мянціць