Ωφελώ στα σουηδικά
Μετάφραση: ωφελώ, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nytta, ofelo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωφελώ
ωφελώ λεξικό, ωφελώ βικιλεξικο, ωφελώ παραγωγα, ωφελώ οφείλω, ωφελώ προτασεις, ωφελώ λεξικό γλώσσας σουηδικά, ωφελώ στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ωφέλεια στα σουηδικά - förmån, vinning, gagn, vinst, behållning, användbarhet, verktyg, ...
- ωφέλιμος στα σουηδικά - nyttig, användbar, användbart, användbara, nytta, en användbar
- ωχρός στα σουηδικά - sälg, sallow, glåmig, gulblek
- όαση στα σουηδικά - oas, oasis, oasen
Τυχαίες λέξεις
Ωφελώ στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: nytta, ofelo
Μεταφράσεις: nytta, ofelo