Ωφελώ στα τούρκικα

Μετάφραση: ωφελώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
faydalı, ofelo
Ωφελώ στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωφελώ

ωφελώ λεξικό, ωφελώ βικιλεξικο, ωφελώ παραγωγα, ωφελώ οφείλω, ωφελώ προτασεις, ωφελώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, ωφελώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ωφέλεια στα τούρκικα - kazanç, kâr, yarar, yardımcı programı, yardımcı programdır, yardımcı program, bir yardımcı programdır
  • ωφέλιμος στα τούρκικα - faydalı, yararlı, kullanışlı, yararlıdır, yararlı bir
  • ωχρός στα τούρκικα - solgun, sallow, soluk, renksiz, attıkça
  • όαση στα τούρκικα - vaha, Oasis, bir vaha, vahadır, bir vahadır
Τυχαίες λέξεις
Ωφελώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: faydalı, ofelo