Αμηχανία στα τούρκικα
Μετάφραση: αμηχανία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
utanma, utanç, utanç kaynağı, bir utanç, sıkıntı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμηχανία
αμηχανία συνώνυμο, αμηχανία στα έδρανα για τη χρυσή αυγή, αμηχανία γλώσσα του σώματος, αμηχανία λεξικό, ονειροκρίτης αμηχανία, αμηχανία λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμηχανία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αμετάπειστος στα τούρκικα - sert, kararlıydı, adamant, taviz, hoşgörüsüz
- αμετάτρεπτος στα τούρκικα - değiştirilemez, paraya çevrilemez, bozulamaz, altına çevrilemeyen, konvertibl olmayan
- αμμουδιά στα τούρκικα - kenar, sahil, kumsal, plaj, beach, bir plaj
- αμμωνία στα τούρκικα - amonyak, amonyum, amonyağın, ammonia
Τυχαίες λέξεις
Αμηχανία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: utanma, utanç, utanç kaynağı, bir utanç, sıkıntı
Μεταφράσεις: utanma, utanç, utanç kaynağı, bir utanç, sıkıntı