Αμηχανία στα γερμανικά
Μετάφραση: αμηχανία, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
überfluss, verlegenheit, Verlegenheit, Peinlichkeit, verlegen, peinlich, Scham
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμηχανία
αμηχανία συνώνυμο, αμηχανία στα έδρανα για τη χρυσή αυγή, αμηχανία γλώσσα του σώματος, αμηχανία λεξικό, ονειροκρίτης αμηχανία, αμηχανία λεξικό γλώσσας γερμανικά, αμηχανία στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αμετάπειστος στα γερμανικά - unerbittlich, unnachgiebig, hartnäckig, Adamant, unverrückbar
- αμετάτρεπτος στα γερμανικά - unabänderlich, irreversibel, konvertierbaren, inconvertible, konvertierbare, inkonvertible, konvertierbar
- αμμουδιά στα γερμανικά - badestrand, strand, Strand, Strand entfernt, beach
- αμμωνία στα γερμανικά - ammoniak, Ammoniak, Ammoniaks, von Ammoniak
Τυχαίες λέξεις
Αμηχανία στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: überfluss, verlegenheit, Verlegenheit, Peinlichkeit, verlegen, peinlich, Scham
Μεταφράσεις: überfluss, verlegenheit, Verlegenheit, Peinlichkeit, verlegen, peinlich, Scham