Μήκος στα τούρκικα
Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uzunluk, müddet, süre, uzunluğu, uzunlukta, boyu, boy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μήκος
μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας τούρκικα, μήκος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μέτωπο στα τούρκικα - alın, alin, alnı, alında, alnına
- μέχρι στα τούρκικα - için, etmek, üzere, bulundunuz, ile
- μήλο στα τούρκικα - alma, elma, apple, elmalı, Apple'ın
- μήνας στα τούρκικα - ay, aylık, aydan, ayda, aydan itibaren
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: uzunluk, müddet, süre, uzunluğu, uzunlukta, boyu, boy
Μεταφράσεις: uzunluk, müddet, süre, uzunluğu, uzunlukta, boyu, boy