Μήκος στα δανικά
Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
længde, længden, en længde, varighed
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μήκος
μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας δανικά, μήκος στα δανικά
Μεταφράσεις
- μέτωπο στα δανικά - pande, panden, i panden
- μέχρι στα δανικά - indtil, til, at, til at, for at, for
- μήλο στα δανικά - æble, Apple, Apples, æbler
- μήνας στα δανικά - måned, måneden, måneder, måneders
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: længde, længden, en længde, varighed
Μεταφράσεις: længde, længden, en længde, varighed