Πηδάλιο στα τούρκικα
Μετάφραση: πηδάλιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dümen, dümenin, rudder, dümeni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πηδάλιο
ιερό πηδάλιο, πηδάλιο αλεξανδρούπολη, πηδάλιο ορισμός, πηδάλιο της εκκλησίας, πηδάλιο κανών θ, πηδάλιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, πηδάλιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πηγαίνω στα τούρκικα - gitmek, gidin, gidip, go, dönmek
- πηγούνι στα τούρκικα - çene, Chin, çenesi, bir çene
- πηδώ στα τούρκικα - sıçramak, atlamak, atlama, atlayabilirsiniz, jump, atlayabilir
- πηνίο στα τούρκικα - rulo, makara, spool, biriktirme, bobin, kuyruk
Τυχαίες λέξεις
Πηδάλιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dümen, dümenin, rudder, dümeni
Μεταφράσεις: dümen, dümenin, rudder, dümeni