Ικετεύω στα τσεχικά

Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zapřísahat, prosit, vzývat, žebrat, žádat, Beg, zač, ukecat
Ικετεύω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικετεύω

ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας τσεχικά, ικετεύω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ικανότητα στα τσεχικά - způsobilost, zručnost, rutina, schopnost, cvik, vhodnost, dovednost, ...
  • ικεσία στα τσεχικά - požadavek, prosba, žádost, modlitba, snažná prosba, prosby, prosbu, ...
  • ικρίωμα στα τσεχικά - popraviště, kostra, konstrukce, lešení, šibenice, jeviště, skelet, ...
  • ιλυώδης στα τσεχικά - pomatený, zablácený, bahnitý, rozbahnělý, kalný, blátivý, temný
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zapřísahat, prosit, vzývat, žebrat, žádat, Beg, zač, ukecat