Δραστικός στα λιθουανικά

Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stiprus, stipriai, stipriu, stipriai veikiantis, stipriais
Δραστικός στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστικός

δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δραστικός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δραστηριοποιούμαι στα λιθουανικά - pradėti energingai veikti, Renkama, Zakrzątać
  • δραστηριότητα στα λιθουανικά - veikla, veiksmas, Aktyvumas, veiklos, veiklą
  • δρεπάνι στα λιθουανικά - dalgis, scythe, Kosić, Izkapts, pjauti dalgiu
  • δριμύς στα λιθουανικά - šiurkštus, griežtas, kartus, sunkus, sunki, stiprus, sunkios, ...
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: stiprus, stipriai, stipriu, stipriai veikiantis, stipriais