Δραστικός στα φινλανδικά
Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
voimakas, raju, äärimmäinen, voimakkaita, tehokkaita, voimakkaiden, potentti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραστικός
δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, δραστικός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- δραστηριοποιούμαι στα φινλανδικά - pyydystää, tarttua, pärjätä, herätä toimimaan, ryhtyä toimimaan
- δραστηριότητα στα φινλανδικά - tohina, toiminta, radioaktiivisuus, toimekkuus, vireys, aktiivisuus, toimintaa, ...
- δρεπάνι στα φινλανδικά - viikate, scythe, viikatteen, viikatteella, viikatetta
- δριμύς στα φινλανδικά - karvasvesi, vakava, kitkeryys, kova, raastava, karmea, katkeruus, ...
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: voimakas, raju, äärimmäinen, voimakkaita, tehokkaita, voimakkaiden, potentti
Μεταφράσεις: voimakas, raju, äärimmäinen, voimakkaita, tehokkaita, voimakkaiden, potentti