Δραστικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
drastisk, potent, potente, kraftig, sterk, mektig
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραστικός
δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δραστικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δραστηριοποιούμαι στα νορβηγικά - fange, bestir
- δραστηριότητα στα νορβηγικά - virksomhet, aktivitet, aktiviteten, aktivitets
- δρεπάνι στα νορβηγικά - ljå, ljåen, scythe, sigd, sigden
- δριμύς στα νορβηγικά - besk, bitterhet, streng, bitter, barsk, alvorlig, alvorlige, ...
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: drastisk, potent, potente, kraftig, sterk, mektig
Μεταφράσεις: drastisk, potent, potente, kraftig, sterk, mektig