Δραστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güçlü, güçlü bir, kuvvetli, potent, etkili
Δραστικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστικός

δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, δραστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δραστηριοποιούμαι στα τούρκικα - gayretlenmek, canlanmak, harekete geçmek
  • δραστηριότητα στα τούρκικα - faaliyet, etkinlik, aktivite, aktivitesi, etkinliği
  • δρεπάνι στα τούρκικα - tırpan, scythe, tırpanı, tırpan aldı, tırpanla biçmek
  • δριμύς στα τούρκικα - şiddetli, acı, sert, ağır, ciddi, ciddi bir
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: güçlü, güçlü bir, kuvvetli, potent, etkili