Δραστικός στα ισλανδικά
Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
öflugur, öflugt, er öflugur, öflugra, kröftugur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δραστικός
δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δραστικός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δραστηριοποιούμαι στα ισλανδικά - bestir
- δραστηριότητα στα ισλανδικά - athafnasemi, virkni, Afþreying, starfsemi, verkefni, Activity
- δρεπάνι στα ισλανδικά - scythe
- δριμύς στα ισλανδικά - beiskur, tilfinnanlegur, alvarleg, alvarlega, alvarlegt, alvarlegri, alvarlegar
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: öflugur, öflugt, er öflugur, öflugra, kröftugur
Μεταφράσεις: öflugur, öflugt, er öflugur, öflugra, kröftugur