Δραστικός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: δραστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
потентен, гадна, потентни, потентна, моќен
Δραστικός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δραστικός

δραστικός συνώνυμα, δραστικός συνώνυμο, δραστικός όγκος αίματος, δραστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δραστικός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • δραστηριοποιούμαι στα σλαβομακεδονικά - bestir
  • δραστηριότητα στα σλαβομακεδονικά - активност, дејност, активности, активноста, активност на
  • δρεπάνι στα σλαβομακεδονικά - коса, срп, косата, срп кој
  • δριμύς στα σλαβομακεδονικά - сериозна, тешка, тежок, тешки, сериозни
Τυχαίες λέξεις
Δραστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: потентен, гадна, потентни, потентна, моќен