Κεφαλαιοποίηση στα πολωνικά
Μετάφραση: κεφαλαιοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kapitalizacja, kapitalizowanie, kapitalizacji, liter, kapitalizację, kapitalizacją
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφαλαιοποίηση
κεφαλαιοποιηση αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση τόκων, κεφαλαιοποίηση ετε, κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση δανείου, κεφαλαιοποίηση λεξικό γλώσσας πολωνικά, κεφαλαιοποίηση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κεφάλι στα πολωνικά - nagłówek, piana, czub, obuch, kożuch, umysł, mózgownica, ...
- κεφάτος στα πολωνικά - wietrzny, wesoły, zabawny, pogodny, jowialny, żwawy, merry, ...
- κεφαλαιοποιώ στα πολωνικά - skapitalizować, kapitalizować, spieniężać, skapitalizowane, kapitalizowane, aktywowane, kapitalizacji, ...
- κεφαλιά στα πολωνικά - skrzynia, komora, kuźniarka, sekcja, główka, nagłówek, cegła, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεφαλαιοποίηση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: kapitalizacja, kapitalizowanie, kapitalizacji, liter, kapitalizację, kapitalizacją
Μεταφράσεις: kapitalizacja, kapitalizowanie, kapitalizacji, liter, kapitalizację, kapitalizacją