Κεφαλαιοποίηση στα εσθονικά
Μετάφραση: κεφαλαιοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kapitalisatsioon, kapitaliseerimine, kapitalisatsiooni, kapitaliseeritus, kapitaliseerimise
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφαλαιοποίηση
κεφαλαιοποιηση αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση τόκων, κεφαλαιοποίηση ετε, κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση δανείου, κεφαλαιοποίηση λεξικό γλώσσας εσθονικά, κεφαλαιοποίηση στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κεφάλι στα εσθονικά - ülaosa, läte, suunduma, pea, juht, peaga, juhataja, ...
- κεφάτος στα εσθονικά - joviaalne, lustakas, lustlik, värske, joll, tuuline, lõbus, ...
- κεφαλαιοποιώ στα εσθονικά - kapitaliseerima, kapitaliseeritud, kapitaliseeritakse, kapitaliseerimata, kapitaliseerita, kapitaliseeritus
- κεφαλιά στα εσθονικά - päiskivi, pealöök, päis, header, päise, kaudu, päise kaudu
Τυχαίες λέξεις
Κεφαλαιοποίηση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kapitalisatsioon, kapitaliseerimine, kapitalisatsiooni, kapitaliseeritus, kapitaliseerimise
Μεταφράσεις: kapitalisatsioon, kapitaliseerimine, kapitalisatsiooni, kapitaliseeritus, kapitaliseerimise