Κεφαλαιοποίηση στα φινλανδικά
Μετάφραση: κεφαλαιοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arvo, pääoman, pääomitukseen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφαλαιοποίηση
κεφαλαιοποιηση αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση τόκων, κεφαλαιοποίηση ετε, κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση δανείου, κεφαλαιοποίηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κεφαλαιοποίηση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- κεφάλι στα φινλανδικά - opastaa, esimies, päällikkö, johtaja, eteneminen, etupää, pääty, ...
- κεφάτος στα φινλανδικά - riemukas, iloinen, hauska, tuulinen, leppoisa, suopea, hilpeä, ...
- κεφαλαιοποιώ στα φινλανδικά - hyödyntää, aktivoidut, pitkävaikutteiset, aktivoitu, aktivoidaan, Aktivoitujen
- κεφαλιά στα φινλανδικά - kamana, pukkaus, päällyslauta, harja, ylätunniste, otsikon, otsikko, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεφαλαιοποίηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: arvo, pääoman, pääomitukseen
Μεταφράσεις: arvo, pääoman, pääomitukseen