Μέμψη στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μέμψη, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Semerkhet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέμψη
μέμψη άστοργης δωρεάς, μέμψη άστοργης δωρεάς υποδειγμα, μέμψη λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μέμψη στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μέλος στα σλαβομακεδονικά - член, членка, член на
- μέμφομαι στα σλαβομακεδονικά - срам, прекор, укор, од срам, укори
- μέντα στα σλαβομακεδονικά - нане, ментол, мента, од нане
- μένω στα σλαβομακεδονικά - престој, остане, останете, останат, се држат
Τυχαίες λέξεις
Μέμψη στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Semerkhet
Μεταφράσεις: Semerkhet