Μανιώδης στα νορβηγικά
Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
inngrodd, uforbederlige, inngrodde, som sterkt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιώδης
μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, μανιώδης στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- μανιτάρι στα νορβηγικά - sopp, mushroom, sjampinjong, soppen
- μανιφέστο στα νορβηγικά - manifest, Manifesto, manifestet
- μαντάρω στα νορβηγικά - darn, utrolig, søren meg, søren
- μαντήλι στα νορβηγικά - halstørkle, skjerf, slips, lommetørkle, lommetørkleet, tørkle, handkerchief, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: inngrodd, uforbederlige, inngrodde, som sterkt
Μεταφράσεις: inngrodd, uforbederlige, inngrodde, som sterkt