Μανιώδης στα εσθονικά

Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palavikuline, metsik, juurdunud, paadunud, paadunumad, vananenud, kauaaegne
Μανιώδης στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιώδης

μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας εσθονικά, μανιώδης στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μανιτάρι στα εσθονικά - seen, seene, seened, seente, seeni
  • μανιφέστο στα εσθονικά - manifest, manifesti, Manifesto, manifestis
  • μαντάρω στα εσθονικά - pagan, nõeluma, kiruma, darn, paganama, pagana
  • μαντήλι στα εσθονικά - taskurätt, kaelarätt, sall, taskurätik, taskurätikuga, taskurätiku, rätiku
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: palavikuline, metsik, juurdunud, paadunud, paadunumad, vananenud, kauaaegne