Μανιώδης στα τούρκικα
Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
müzmin, kronik, kökleşmiş, inveterate, müzminleşmiş
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μανιώδης
μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας τούρκικα, μανιώδης στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μανιτάρι στα τούρκικα - mantar, mushroom, mantarı, mantarlı
- μανιφέστο στα τούρκικα - bildiri, Manifesto, manifestosu, Manifesto'nun
- μαντάρω στα τούρκικα - lanetlemek, darn, yama, iğne ile örerek onarmak, Lanet
- μαντήλι στα τούρκικα - mendil, mendili, mendilin, bir mendil
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: müzmin, kronik, kökleşmiş, inveterate, müzminleşmiş
Μεταφράσεις: müzmin, kronik, kökleşmiş, inveterate, müzminleşmiş